- γαμπριλίκι
- το και γαμπριλίκια, τα τα έξοδα που κάνει ο γαμπρός για το γάμο.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.